Zorba the Freak

Η δια­φή­μι­ση θα λήξει σε 
Δημιουρ­γία κυμα­το­μορ­φής …
Αυτό το περιε­χό­με­νο είναι ιδιω­τι­κό
Εισα­γά­γε­τε έγκυ­ρο κωδι­κό πρό­σβα­σης!

1985, EMI 1700501

Μου­σι­κή – Στί­χοι: Παύ­λος Σιδη­ρό­που­λος – R'N'R στο κρε­βά­τι, Μίκη Μάου(ς), Το '69, Clown
Π. Σιδη­ρό­που­λος (στί­χοι), Βασί­λης Πετρί­δης (μου­σι­κή) – Φτω­χό­παι­δο
Π. Σιδη­ρό­που­λος (στί­χοι), Παντε­λής Δελη­γιαν­νί­δης (μου­σι­κή) – Απο­γο­ή­τευ­ση
Π. Σιδη­ρό­που­λος (στί­χοι), Αλέ­κος Αρά­πης (μου­σι­κή) – Άντε …και καλή τύχη μάγκες!
Δημή­τρης Που­λι­κά­κος – Αγκού­ρου, Θα γυρί­σει κι ο τρο­χός…
Αλ. Αρά­πης, Δ. Που­λι­κά­κος, Radi Mc Kinnon-Andrew – I remember Otis
Αλ. Αρά­πης, Δ. Που­λι­κά­κος, Δήμης Παπα­χρή­στου, Πέτρος Σκού­τα­ρης – Take the money and run…

Ερμη­νεία: Παύ­λος Σιδη­ρό­που­λος, Δημή­τρης Που­λι­κά­κος – Αγκού­ρου, Θα γυρί­σει κι ο τρο­χός…

Παί­ζουν οι Απρο­σάρ­μο­στοι:
Παύ­λος Σιδη­ρό­που­λος: τρα­γού­δι, κρου­στά, φωνη­τι­κά
Αλέ­κος Αρά­πης: μπά­σο
Οδυσ­σέ­ας Γαλα­νά­κης: ηλε­κτρι­κή κιθά­ρα
Βασί­λης Πετρί­δης: ηλε­κτρι­κή κιθά­ρα
Κυριά­κος Δαρί­βας: τύμπα­να

Συμ­με­τέ­χουν οι μου­σι­κοί:
Radi Mc Kinnon-Andrew: ακου­στι­κό πιά­νο, hammond organ
Δήμης Παπα­χρή­στου: ηλε­κτρι­κή κιθά­ρα
Δημή­τρης Πολύ­τι­μος: ακου­στι­κό πιά­νο, hammond organ
Πέτρος Σκού­τα­ρης: ηλε­κτρι­κή και ακου­στι­κή κιθά­ρα
Γιώρ­γος Πανού­σης: φυσαρ­μό­νι­κα
Σπύ­ρος Σού­κης: ηλε­κτρι­κή κιθά­ρα
David Lynch: άλτο σαξό­φω­νο
Γιάν­νης Γιο­κα­ρί­νης: ακου­στι­κό πιά­νο
Βασί­λης Ντά­λας: κου­ΐ­κα
Δημή­τρης Παπα­δη­μη­τρί­ου: e‑mu harp, γάτα
Ted Papadinas: ηλε­κτρι­κή κιθά­ρα
Νίκος Πολί­της: μπά­σο
Δημή­τρης Που­λι­κά­κος: e‑mu πιά­νο, φωνη­τι­κά, κρου­στά, vocal effects, κου­δού­να

Χορω­δία: Παύ­λος Σιδη­ρό­που­λος, Γιώρ­γος Κυρια­κό­που­λος, Δημή­τρης Πολύ­τι­μος, Γιώρ­γος Πανού­σης, Γωγώ, Βασί­λης Ντά­λας, Άγγε­λος Μαστο­ρά­κης, Κων­στα­ντί­νος Χρη­στί­δης, Χρή­στος Του­τουν­ζής, Λένια Πολυ­κρά­τη, Άλκης Πανα­γιω­τί­δης, Αλέ­κος Αρά­πης, Οδυσ­σέ­ας Γαλα­νά­κης, Κώστας Παπα­δο­γε­ωρ­γό­που­λος, Θέκλα Τσε­λε­πή

Παρα­γω­γή: Δημή­τρης Που­λι­κά­κος
Ηχο­λη­ψία: Άκης Γκολ­φί­δης (Studio Sierra)
Μίξη: Άκης Γκολ­φί­δης, Δημή­τρης Που­λι­κά­κος
Βοη­θοί παρα­γω­γής: Θέκλα Τσε­λε­πή, Σάκης Μπου­λού­μπα­σης, Κατε­ρί­να Μερ­κού­ρη, Δημή­τρης Παπα­δη­μη­τρί­ου, Μάκης Αχλα­διώ­της, Ηλί­ας Αχλα­διώ­της
Σχε­δί­α­ση εξω­φύλ­λου: Χάρης Χρη­στί­δης, Θέκλα Τσε­λε­πή, Δημή­τρης Που­λι­κά­κος
Φωτο­γρα­φί­ες: Τόλης Μαστρό­κα­λος, Θέκλα Τσε­λε­πή, αυτό­μα­τος
Ένθε­το έκδο­σης: Δημή­τρης Που­λι­κά­κος
Χάρα­ξη: Γιάν­νης Ιωαν­νί­δης (GPI)

Ο δίσκος

To «Zorba the Freak» κυκλο­φο­ρεί στα μέσα του 1985 και είναι το τρί­το άλμπουμ του Παύ­λου Σιδη­ρό­που­λου. Ταυ­τό­χρο­να, για διά­φο­ρους και δια­φο­ρε­τι­κούς λόγους, σημα­το­δο­τεί και μια μεγά­λη υφο­λο­γι­κή στρο­φή συγκρι­τι­κά με το «Εν Λευ­κώ». Ένας από τους λόγους είναι και το γεγο­νός ότι η ευθύ­νη της παρα­γω­γής και της γενι­κό­τε­ρης δημιουρ­γι­κής επι­μέ­λειας ανή­κει στον Δημή­τρη Που­λι­κά­κο, ο οποί­ος συμ­με­τέ­χει και ως συν­θέ­της στο δίσκο. Η βαθιά βιω­μα­τι­κή και σκλη­ρή στι­χουρ­γι­κή αφή­νει πλέ­ον χώρο σε μια πιο ανά­λα­φρη διά­θε­ση και μια πιο ροκ εν ρολ προ­σέγ­γι­ση των κατα­στά­σε­ων πάνω στις οποί­ες ο Σιδη­ρό­που­λος, σε ένα παρεϊ­στι­κο κλί­μα πάντα, πλά­θει μια ποι­η­τι­κή λαϊ­κή όσο και ξεκά­θα­ρη. Ο δημο­σιο­γρά­φος Νίκος Μπο­ζι­νά­κης δια­κρί­νει στο δίσκο «μια έντο­νη, πικρή, ειρω­νι­κή, χιου­μο­ρι­στι­κή διά­θε­ση, που πολ­λές φορές εκτρέ­πε­ται σε χλευα­στι­κή παρ­λά­τα», ανα­γνω­ρί­ζει μια στρο­φή διά­θε­σης και το χαρα­κτη­ρί­ζει ως λιγό­τε­ρο εσω­στρε­φή από ό,τι το «Εν Λευ­κώ» και εν μέρει το «Φλου» [Ποπ+Ροκ, Ιού­νιος ’85].

Οι ηχο­γρα­φή­σεις ξεκι­νούν στα μέσα του Απρι­λί­ου του ’84 στο στού­ντιο Sierra της οδού Μεσο­γεί­ων, με τους Απρο­σάρ­μο­στους ως βάση μου­σι­κών και με μετα­κλή­σεις πολ­λών φίλων και γνω­στών από το ροκ (και όχι μόνο) στε­ρέ­ω­μα –περισ­σό­τε­ρων ίσως απ΄ό,τι σε οποια­δή­πο­τε άλλη δου­λειά του Σιδη­ρό­που­λου: Δημή­τρης Πολύ­τι­μος (MGC, Εξα­δά­κτυ­λος), Γιάν­νης Γιο­κα­ρί­νηςDavid Lynch (Iskra), Δήμης Παπα­χρή­στου (Ακρί­τας), Πέτρος Σκού­τα­ρης (Sharp Ties), Γιώρ­γος Πανού­σηςRadi Mc Kinnon-AndrewΣπύ­ρος Σού­κηςΘοδω­ρής Παπα­ντί­ναςΝίκος Πολί­της (Εξα­δά­κτυ­λος, Socrates), Βασί­λης Ντάλ­λας κ.α.

Τα τραγούδια

Ανά­με­σα στις πολ­λές blues και soul ανα­φο­ρές, ο δίσκος περιέ­χει δύο από τα πιο δημο­φι­λή τρα­γού­δια του Παύ­λου: «Άντε …και καλή τύχη μάγκες!» (σε μου­σι­κή του Αλέ­κου Αρά­πη), βασι­σμέ­νο σε πραγ­μα­τι­κή ληστεία στην οποία ο στι­χουρ­γός ήταν αυτό­πτης μάρ­τυ­ρας, και «Rock’n’Roll στο κρε­βά­τι», στο οποίο είδε «τη σκλη­ρά­δα και τη μονα­ξιά, αλλά και τη λαχτά­ρα στις σχέ­σεις άντρα και γυναί­κας». Το «Clown», καθα­ρό­αι­μο blues, είναι το πρώ­το τρα­γού­δι που κατα­θέ­τει ο Σιδη­ρό­που­λος πάνω σε αγγλι­κούς στί­χους. Ο «Μίκη Μάου(ς)» είναι μια τολ­μη­ρή για την επο­χή στι­χο­πλο­κία με στό­χο το γνω­στό συν­θέ­τη Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. Η «Απο­γο­ή­τευ­ση» από την επο­χή των Δάμων & Φιντί­ας επα­νε­κτε­λεί­ται για τρί­τη φορά (μετά το «Ζωντα­νοί στο Κύτ­τα­ρο» και την εκδο­χή των Μπουρ­μπου­λιών), όπως και «Το ’69 με κάποιο φίλο» από το «Φλου», που γίνε­ται απλά «Το ’69». Η συν­θε­τι­κή παρου­σία του Που­λι­κά­κου απα­ντά­ται στα κομ­μά­τια «Αγκού­ρου»«I remember Otis» (ανα­φο­ρά στον soulman Otis Redding), «Take the money and run» και «Θα γυρί­σει κι ο τρο­χός…» (τα δύο τελευ­ταία φέρουν και «εναλ­λα­κτι­κούς» παι­χνι­διά­ρι­κους τίτλους).

Ο Παύλος για το δίσκο και το Ζορμπά

Εν είδει εμπνευ­σμέ­νου δελ­τί­ου τύπου, ο Παύ­λος είχε συντά­ξει ένα σχε­δόν λογο­τε­χνι­κό κεί­με­νο, στο οποίο φαντά­στη­κε μια συνο­μι­λία όπου ο ίδιος και οι συντε­λε­στές του δίσκου συνα­ντιώ­νται με τη μητέ­ρα του και τον προ­πάπ­πο Ζορ­μπά. Το κεί­με­νο αυτό μοί­ρα­σε σε φίλους και γνω­στούς, συμ­βου­λεύ­ο­ντάς τους να κρα­τά­νε το δίσκο στα χέρια τους καθώς θα ξεκι­νά­νε να το δια­βά­σουν. Το κεί­με­νο είχε τον τίτλο «Ο Παύ­λος Σιδη­ρό­που­λος και οι περι­πέ­τειες του Ζορ­μπά».

Στο εξώ­φυλ­λο του «Zorba the Freak» μπή­κε μια παι­δι­κή φωτο­γρα­φία του Παύ­λου ‑ντυ­μέ­νος καου­μπό­ης στις από­κριες και δίπλα ο συνο­δευ­τι­κός αφο­ρι­σμός «καμπόυ-ξεκαμπόυ»- ενώ ο τίτλος του έργου παρα­πέ­μπει στο ροκ χαρα­κτή­ρα που ήθε­λε ο ίδιος να απο­δώ­σει στον προ­πάπ­που του, Αλέ­ξη Ζορ­μπά, απαλ­λάσ­σο­ντας τον από την «του­ρι­στι­κή εκμε­τάλ­λευ­ση» του παρελ­θό­ντος: «Είμαι δισέγ­γο­νος του Ζορ­μπά, είναι η μόνη επο­χή τώρα, μετά από όλα αυτά που έχουν γίνει γύρω από τον Ζορ­μπά τόσα χρό­νια στην Ελλά­δα, όπου το όνο­μά του έχει χρη­σι­μο­ποι­η­θεί κατά κόρον από διά­φο­ρους εκτός από μένα, που σκέ­φτη­κα να το χρη­σι­μο­ποι­ή­σω κι εγώ».

Έγραψαν για το δίσκο

«Και τα και­νού­ρια: νοθευ­μέ­να μπλουζ. Το ένα φάντα­ζε μικρό αρι­στούρ­γη­μα… Ήταν το «Rock’n’Roll στο κρε­βά­τι». Στο δίσκο δε φαντά­ζει πια, για­τί δεν είναι πια. Για άλλη μια φορά ο Σιδη­ρό­που­λος έχει πρό­βλη­μα ενορ­χή­στρω­σης στους δίσκους του. Το «στιλ» έχει και πάλι αλλά­ξει. Εδώ, ένας λου­στρα­ρι­σμέ­νος ήχος από πλή­κτρα, πνευ­στά και τρεις τέσ­σε­ρις κιθά­ρες σε κάθε τρα­γού­δι προ­σπα­θεί να οργιά­σει και δεν τα κατα­φέρ­νει. Μου­σι­κά στέ­κει καλύ­τε­ρα από το «Εν Λευ­κώ». Το’χει ρίξει στο μπλουζ και στο ροκ εν ρολ με μικρές δόσεις χαρντ, και καλά κάνει. Δίνει καλές συν­θέ­σεις και δεν έχει σημα­σία αν βρι­σκό­μα­στε στο ’85. Γρά­φει και αγγλι­κούς στί­χους, κανέ­να πρό­βλη­μα. Το πρό­βλη­μα είναι αλλού και είναι συνο­λι­κό: έχου­με εδώ έναν Σιδη­ρό­που­λο που βαδί­ζει στο τεντω­μέ­νο σκοι­νί του λαϊ­κι­σμού. […] Ένας βια­στι­κός δίσκος, φτιαγ­μέ­νος στο πόδι, άσχε­τα απ’το πόσο χρειά­στη­κε για να ηχο­γρα­φη­θεί. […] Όμως ο Σιδη­ρό­που­λος έβα­λε στην άκρη τις προ­σω­πι­κές σχέ­σεις και εμφα­νί­ζε­ται έντο­να κοι­νω­νι­κός: απο­τυγ­χά­νει, μοιά­ζει κοι­νό­τυ­πος τρο­βα­δού­ρος του δρό­μου, ειλι­κρι­νής όσο και απλοϊ­κός. Και, που να πάρει, δεν είναι. Για­τί την πατά­ει έτσι κάθε φορά;»

Αλέκος Παπαδόπουλος, περιοδικό Ήχος, τεύχος 144, Μάρτιος 1985

 «Η συμ­με­το­χή του Δημή­τρη Που­λι­κά­κου ως παρα­γω­γού δίνει στο δίσκο αυτό μια ξεχω­ρι­στή διά­στα­ση ενδια­φέ­ρο­ντος στο στιλ Σιδη­ρό­που­λου, το οποίο από κάποιο σημείο και μετά εξα­ντλεί­ται και κου­ρά­ζει. […] Εξαι­ρε­τι­κά κορυ­φώ­μα­τα και ενορ­χη­στρω­τι­κές λύσεις γεμά­τες φαντα­σία δίνουν όγκο και διά­στα­ση στις αδύ­να­τες μελω­δι­κές και στι­χουρ­γι­κές γραμ­μές. Το παι­χνί­δι του «απρο­σάρ­μο­στου» έχει πάψει πια να έχει οποιο­δή­πο­τε ενδια­φέ­ρον, γι’αυτό και το χιού­μορ του Που­λι­κά­κου ήταν αυτό που τελι­κά έσω­σε την όλη εργα­σία».

Γιώργος Νοταράς, περιοδικό Ποπ+Ροκ, τεύχος 86, Απρίλιος 1985

 «Το «Zorba the Freak» δε με απο­γο­ή­τευ­σε ή μάλ­λον δεν απο­γο­ή­τευ­σε τις προ­βλέ­ψεις μου. Ο Σιδη­ρό­που­λος είναι ένας αθε­ρά­πευ­τος ερω­τιά­ρης του δωδε­κά­με­τρου, του παλιού καλού ροκ εν ρολ, του ριθμ εν μπλουζ, και σε αυτό το δίσκο παί­ζει αυτά που ήξε­ρε να παί­ζει καλά. […] Τι στο καλό είναι ο Σιδη­ρό­που­λος; Ένα ορφα­νό ζόμπι των φίφτις ή σίξ­τις ή υπάρ­χει κάποιος άλλος λόγος πίσω από την παθο­λο­γι­κή ή μη προ­σκόλ­λη­σή του στο τυπι­κό ροκ;»

Νίκος Μποζινάκης, πρόλογος σε συνέντευξη, περιοδικό Ποπ+Ροκ, τεύχος 88, Ιούνιος 1985

TRIVIA

  • Ενώ οι ηχο­γρα­φή­σεις του δίσκου βρί­σκο­νται στα μισά, η ΕΜΙ απο­δε­σμεύ­ει το Σιδη­ρό­που­λο από το δυνα­μι­κό της, δίνο­ντάς του απαλ­λα­κτι­κό της συνερ­γα­σί­ας τους. Παρ’όλα αυτά, ο δίσκος κυκλο­φό­ρη­σε από την ίδια εται­ρεία.
  • «Θέλο­ντας να κάνω το δίσκο, πάω και βρί­σκω τον Δ.Πουλικάκο για να ανα­λά­βει την παρα­γω­γή. Η ιδέα της συνερ­γα­σί­ας ξεκί­νη­σε από τον Τ.Φαληρέα της ΕΜΙ, της εται­ρεί­ας που χρη­μα­το­δό­τη­τσε και δια­θέ­τει το δίσκο. Ο Που­λι­κά­κος μου λέει: “Πάμε σπί­τι σου να ρωτή­σου­με τη μητέ­ρα σου για τον προ­πάπ­πο σου τον Ζορ­μπά. Απ’αυτόν έγι­ναν διά­ση­μοι ο Καζαν­τζά­κης, ο Θεο­δω­ρά­κης και γενι­κά όλη η Ελλά­δα πάνω του ακού­μπη­σε. Ολό­κλη­ρος μύθος, the Greek, δισέγ­γο­νός του είσαι, ξύπνα!”» έγρα­φε ο Σιδη­ρό­που­λος στο κεί­με­νο, με το οποίο συνό­δευε το δίσκο και μοί­ρα­ζε σε γνω­στούς και φίλους. Στο ίδιο κεί­με­νο, παρα­κά­τω, «μετα­φέ­ρει» τα λόγια του Ζορ­μπά που κυκλο­φο­ρεί ακό­μα στην Αθή­να: «Η Αθή­να έχει ρυθ­μό μηχα­νής, ήχο βρό­μι­κο, είναι πια παγκό­σμιο ξενο­δο­χείο κι η ζωή της είναι όμοια με πόλε­μο». Ο Παύ­λος φαντά­ζε­ται λογο­τε­χνι­κά μια συνο­μι­λία, στην οποία παρεμ­βαί­νει κι η μητέ­ρα του: «Το 1978 ο Ζορ­μπάς έλε­γε ότι καλά πάμε. Για­τί το παι­χνί­δι είναι ένα. Να, παπά­δες με μπα­μπού­λα το σατα­νά και ιδα­νι­κό τον καλό Θεό ρημά­ζα­νε τον κόσμο. Κατ’εικόνα και καθ’ομοίωση, σου λέει. Τι να σου κάνει ο άνθρω­πος λοι­πόν που τα’χει όλα μέσα του; Να τα πνί­ξει; Τρα­γου­δάω λοι­πόν και μου φεύ­γει το πλά­κω­μα, και φτά­νει κάποια στιγ­μή να μην παί­ζει ρόλο αν τρα­γου­δάω αμε­ρι­κά­νι­κα, ελλη­νι­κά, αν κλαίω ή γελάω».
  • Σχε­τι­κά με το τελι­κό απο­τέ­λε­σμα της παρα­γω­γής, ο Σιδη­ρό­που­λος είχε τις ενστά­σεις του ‑μέρος των οποί­ων εξέ­φρα­σε δημό­σια μετά από χρό­νια και στην τελευ­ταία ραδιο­φω­νι­κή του συνέ­ντευ­ξη στον Rock FM: «Έχο­ντας υπό­ψη μου ότι είναι ο Που­λι­κά­κος, τον άφη­σα εν λευ­κώ και την πάτη­σα. Όχι ότι είναι κακός ο δίσκος αλλά θα μπο­ρού­σε να ήταν πολύ πιο καλός». Ακό­μη και ο ίδιος ο Που­λι­κά­κος όμως θα δηλώ­σει χρό­νια μετά [σε συνέ­ντευ­ξή του στο περιο­δι­κό Οδός Πανός]: «Ο συγκε­κρι­μέ­νος δίσκος δεν ξέρω αν βγή­κε όπως θα τον ήθε­λε ο Παύ­λος. Ενώ για το «Εν Λευ­κώ», αυτό μπο­ρώ να το πω με σιγου­ριά». Γεγο­νός είναι πάντως πως όλη αυτή η διά­θε­ση για κοι­νω­νι­κή κρι­τι­κή, μέσω πάντα μιας εμφα­νούς σατι­ρι­κής διά­θε­σης, είχε απο­δο­θεί από τον Παύ­λο στην «ενερ­γό συμ­με­το­χή του στην καθη­με­ρι­νή ζωή μιας αθη­ναϊ­κής κοι­νω­νί­ας».
Παύλος Σιδηρόπουλος
Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να εξασφαλίσει ότι θα έχετε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στην ιστοσελίδα μας. Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies.
Αποδοχή
Άρνηση